Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ Ο ΙΣΚΙΟΣ ΤΟΥ

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ Ο ΙΣΚΙΟΣ ΤΟΥ
"Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ Ο ΙΣΚΙΟΣ ΤΟΥ"
ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΥΠΕΡΒΑΣΗ ΤΟΥ ΕΞΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

Mandela - Free Spirit

Mandela - Free Spirit

Κυριακή 25 Δεκεμβρίου 2011

Το ανθρωπολογικό διακύβευμα στην εποχή της παρακμής του εξουσιαστικού πολιτισμού*


Ο νέος τύπος ανθρώπου αναδύεται – και αναδεικνύεται – αναπόφευκτα από την παρακμή-κατάρρευση του μέχρι τώρα «υπαρκτού» πολιτισμικού μοντέλου και του αντίστοιχου ανθρωπολογικού τύπου: του καπιταλιστικού. Στον αστικό-εξουσιαστικό πολιτισμό το ανθρώπινο ον υποβιβάζεται σε εκμαυλισμένο ανδράποδο, σε ένα εγώ απομονωμένο, χωρίς συνείδηση, πέρα από την ικανοποίηση του  ιδιωτικού του συμφέροντος. Στη σύγχρονη ταξική κοινωνία ο άνθρωπος καταντάει ένα γρανάζι για την καλύτερη λειτουργία της καπιταλιστικής οικονομίας και την αναπαραγωγή του ιεραρχικού πολιτισμού. Ο νέος ανθρωπολογικός τύπος δεν μπορεί παρά να είναι ριζικά διαφορετικός, αναγκαστικά πρωτόγνωρος για τα μέχρι τώρα μέτρα και αξίες του παραδεδομένου πολιτισμού.
Κι αυτό, όχι γιατί ο άνθρωπος ως είδος δεν μπορεί να φτάσει σε χαμηλότατα επίπεδα παρακμής και δυσλειτουργικότητας, στη σχέση με τους ομοίους του και με τη φύση. Σε μια κατάσταση όπου θα εκλείπει σχεδόν η έλλογη και η κοινωνική-αλληλέγγυα φύση του. Αλλά γιατί από ένα όριο και κάτω θα αυτοκαταστραφεί. Και υπό αυτήν την έννοια, είναι επίκαιρη η ρήση που παραθέτει στο έργο του Θλιβεροί Τροπικοί, ο σπουδαίος κοινωνικός ανθρωπολόγος Κλοντ Λέβι-Στρως: «Ο κόσμος άρχισε χωρίς τον άνθρωπο και θα τελειώσει χωρίς αυτόν»[1]. Οποιαδήποτε άλλη κατάσταση που συνιστά παραλλαγή του υπάρχοντος ανθρωπολογικού μοντέλου είναι συνεπώς καταδικασμένη να κατρακυλήσει μαζί με το καταρρέον ταξικό-ιεραρχικό σύστημα.
Όμως, επειδή ο άνθρωπος είναι φύση οργανωμένη σε ένα πολυσύνθετο επίπεδο της ύλης, αυτό της έλλογης συνείδησης και του γνωστικού οργάνου του νου-εγκεφάλου, θα πρέπει, αναγκαστικά, να υπάρχουν μηχανισμοί αντίδρασης και αυτορρύθμισης του συστήματός του. Και οι μηχανισμοί αυτοί σε μια κατάσταση κρίσης και παρακμής θα πρέπει, αναγκαστικά, να ενεργοποιηθούν. Οπότε, είναι πιθανό να υπάρξει κάποια μεταλλαγή-μετεξέλιξη στο ανθρώπινο βιολογικό (φυσικό) και κοινωνικό σύστημα. Αυτό σημαίνει ότι θα προκύψει ένα νέο είδος ή τύπος ανθρώπου, με μια δομικά νέα συνείδηση, σκέψη, ψυχολογία, νοοτροπία, στάση και συμπεριφορά. Μια τέτοια ριζική αναδιάταξη θα επιφέρει και ανάλογης σημασίας και υφής αλλαγές στην κοινωνική διάσταση του ανθρώπου, στη σχέση του με τους συνανθρώπους του, τη φύση και το περιβάλλον. 
Η παραπάνω συλλογιστική προκύπτει από τη διαλεκτική λογική του Hegel, σύμφωνα με την οποία κάθε πράγμα εμπεριέχει εγγενώς, «αφ’ εαυτού», την άρνησή του [το Α = -Α (μη Α) και Α, ως εσωτερική δομή του), και η εσωτερική αυτή αντίφασή του είναι η κινητήρια δύναμη στη διαδικασία εξέλιξής του. Συνεπώς αν ο άνθρωπος (στη δυτική εκδοχή του) εκδηλώνεται μέχρι σήμερα μέσα από το αρνητικό του στοιχείο, το κατακερματισμένο εγωιστικό άτομο – άρα ως μη-άνθρωπος, αφού μόνο στην ουκουμενικότητά του μπορεί να ιδωθεί ως τέτοιος – εφόσον αυτή η αρνητική φάση θα έχει εκτυλιχθεί πλήρως, θα πυροδοτηθεί η νέα, θετική πλέον, φάση στη διαδικασία εξέλιξής του. Θα αναδυθεί, δηλαδή, λογικά ο (νέος) οικουμενικός άνθρωπος ως άρνηση της μη- ανθρωπινότητάς του και άρα ως κατάφαση στην αλήθεια του ως (πραγματικού) ανθρώπου.
Ωστόσο, μέσα από ποιες διαδικασίες, φυσικο-κοινωνικές – στο βαθμό που φύση και κοινωνία συνιστούν μια οργανική-λειτουργική ενότητα – θα αναδυθεί ο νέος τύπος ανθρώπου και κοινωνίας (άρα και ιστορίας); τι δομικές αλλαγές, ανακατατάξεις, στο γήινο γεωφυσικό περιβάλλον ή άλλου είδους συνέπειες θα φέρουν οι εν λόγω διαδικασίες; Αυτό είναι δύσκολα προβλέψιμο και κατανοητό. Και αυτό γιατί όταν ένα ολόκληρο σύστημα (το οικονομικό και πολιτισμικό, του συγκεκριμένου τύπου ανθρώπου-κοινωνίας) καταρρέει, δημιουργώντας δομικές ανισορροπίες και καταστροφές στο φυσικό αλλά και ευρύτερα στο γήινο (γεω-φυσικό, ατμοσφαιρικό, ενεργειακό, οικο-βιολογικό) σύστημα, τότε οι αντίρροπες δυνάμεις και διαδικασίες που θα εμφανιστούν δεν ξέρουμε ακριβώς ποια στοιχεία θα αφήσουν και ποια θα καταστρέψουν, ώστε να επιτευχθεί η αναδόμηση-μεταλλαγή του συστήματος. 
Λογικά, αφού μιλάμε για την ανάδυση του οικουμενικού ανθρώπου, πρόκειται για μια ανθρώπινη υπόσταση πέραν του υπο-κειμένου, αυτού δηλαδή που υπόκειται σε καταναγκασμούς και ψεύτικες συμβάσεις. Προκύπτει λοιπόν το αυτόνομο άτομο, το ολοκληρωμένο και αύταρκες-ανεξάρτητο πρόσωπο. Το οποίο είναι όμως ταυτόχρονα συνειδητά συνδεδεμένο και νοηματοδοτημένο από όλο το πλάτος του «άλλου», εν τέλει του κοινωνικού. Φορέας εναργούς κοινωνικής συνείδησης, η οποία στρέφεται στον άλλο, σε αυτόν που είναι κατά κανόνα αόρατος, άφαντος από την αντίληψη του σημερινού ανθρωπάκου, του ιδιώτη (ηλίθιου) καταναλωτή. Ένα άτομο, συνεπώς, που ταυτίζεται οντολογικά με τον «άλλο», που τελικά είναι ο «εαυτός» του.
Αυτό όμως συνεπάγεται μια αναγκαία προϋπόθεση: το άτομο ως έννοια έχει μια ευρύτητα, μια καθολικότητα, διότι έχει ένα μόνο χαρακτηριστικό γνώρισμα, την κοινωνία (κοινωνικότητα). Συνεπάγεται δηλαδή ότι είναι μια κοινωνική κατηγορία. Αυτό εξάλλου μας λέει η λογική και η φιλοσοφία: ότι δηλαδή το «άτομο» είναι μια πλατιά και αφαιρετική (γενική) έννοια, μια αναλυτική (κοινωνιολογική) κατηγορία. Άρα, το άτομο δεν μπορεί να ιδωθεί ξέχωρα από την κοινωνία, η οποία είναι επίσης μια αναλυτική κατηγορία, μια πλατιά (αφαιρετική) έννοια. Ίσως αυτό φαίνεται δύσκολα εξηγήσιμο. Οι καιροί και οι συγκυρία, όμως, ευνοούν για να γίνει κάτι τέτοιο κατανοητό…
  • Το παρόν κείμενο βασίστηκε σε σκέψεις που προέκυψαν από διαβάσματα και μαθήματα από τον Νώντα Κούκα πάνω στον Hegel.
Παραπομπές
Georg W. F. Hegel 1991. Η Επιστήμη της Λογικής. Αθήνα-Γιάννινα: Εκδόσεις Δωδώνη.
Claude Levi-Strauss 1979. Θλιβεροί Τροπικοί. Αθήνα: Εκδόσεις Ι. Χατζηνικολή.

25/12/2011
Δημήτρης Φασόλης


[1] Στο σημείο αυτό είναι χρήσιμο να σταθούμε σε ορισμένα, πολιτικο-φιλοσοφικού χαρακτήρα, σημεία της σκέψης του Λέβι-Στρως: Σε μια συνέντευξή του στη Monde (2005) είχε δηλώσει: «[…]Παρατηρώ τις καταστροφές που γίνονται… Την τρομακτική εξαφάνιση ζωντανών ειδών, είτε είναι ζώα είτε φυτά – αλλά και το ίδιο το γεγονός ότι το ανθρώπινο είδος ζει σ’ ένα καθεστώς εσωτερικής δηλητηρίασης. Σκέφτομαι το παρόν και τον κόσμο στον οποίο τελειώνω τις μέρες μου. Και δεν τον αγαπώ αυτόν τον κόσμο […] Είναι αδύνατον για έναν εθνολόγο να αγνοήσει τη συστηματική και τερατώδη καταστροφή που έχουμε προκαλέσει οι Δυτικοί, εδώ και αιώνες, σε πολιτισμούς διαφορετικούς από τον δικό μας. Δεν μπορούμε να διαχωρίσουμε αυτή την καταστροφή ανθρώπινων κοινωνιών από την καταστροφή που θύματά της είναι σήμερα ζωικά και φυτικά είδη, και όλα αυτά στο όνομα ενός ουμανισμού που τοποθέτησε τον άνθρωπο στη θέση του βασιλιά και αφέντη του κόσμου. Ο ορισμός που έδωσε στον άνθρωπο ο κλασικός ουμανισμός είναι πολύ στενός, τον παρουσιάζει μόνο ως σκεπτόμενο ον αντί να τον θεωρήσει ένα ζωντανό πλάσμα, και το αποτέλεσμα είναι ότι το σύνορο που τοποθετήσαμε ανάμεσα στην ανθρωπότητα και την υπόλοιπη δημιουργία να βρίσκεται πολύ κοντά στον άνθρωπο, ο οποίος έτσι γίνεται ευάλωτος στην καταστροφή». Επίσης ο Λέβι-Στρως άσκησε έντονη πολεμική στο ρατσισμό-φασισμό, λέγοντας ότι ο δρόμος που έχει πάρει σήμερα η ανθρωπότητα είναι γεμάτος τεράστιες εντάσεις και μισαλλοδοξία, ώστε «μπορούμε να στηρίξουμε τις ελπίδες μας μόνο σε μια αλλαγή της πορείας της ιστορίας, η οποία είναι ακόμα πιο δύσκολη από την εξασφάλιση μιας προόδου στην πορεία των ιδεών».


Δευτέρα 12 Δεκεμβρίου 2011

Ο απρόσωπος καπιταλισμός ως ενεργειακό σύστημα και ο ρόλος του φαντασιακού του (3ο μέρος*)


Ωστόσο, η εν λόγω διεύρυνση του φαντασιακού, πέρα από τον έλεγχο-χειραγώγησή του από την καπιταλιστική ιδεολογία, έχει και θετικά χαρακτηριστικά και λειτουργίες. Η ίδια η διεύρυνση του φαντασιακού ανοίγει προοπτικές και δυνατότητες-ευκαιρίες για υπέρβαση του χυδαίου υλιστικού χαρακτήρα του καπιταλιστικού τρόπου ζωής και αντίληψης της πραγματικότητας. Διότι συμβάλλει στην κατεύθυνση μιας βαθύτερης και ουσιαστικότερης πνευματικοποίησης του ανθρώπου και του τρόπου με τον οποίο προσλαμβάνει την πραγματικότητα. Ο παράγοντας αυτός, υπό προϋποθέσεις – όπως η όξυνση της ατομικής και συλλογικής συνείδησης –, μπορεί να οδηγήσει σε μια ριζοσπαστική και ανατρεπτική στάση.
Ο απρόσωπος καπιταλισμός και η σχέση του με το φαντασιακό είναι μια δομική σχέση-στοιχείο και έχει να κάνει με την ίδια την ουσία του. Ιστορικά, η ανάδυση του αστικού καθεστώτος συνδέθηκε ως αίτιο-αιτιατό – αν και επίσης με αντίστροφη κατεύθυνση – με την αναβάθμιση-ανέλιξη του φαντασιακού κατά τον ύστερο μεσαίωνα.  
Η τεράστια ενεργειακή δυναμική του καπιταλισμού, τόσο μέσα από την οικονομική-παραγωγική-τεχνολογική όσο και μέσα από την κοινωνική-θεσμική μεγαμηχανή του, αντανακλάται στο ανθρώπινο νοητικό εργαλείο και οπωσδήποτε στο φαντασιακό του. Το οποίο εξελίσσεται, διευρύνεται και ανανεώνεται συνεχώς, μαζί με την αστική ιδεολογία.
Αυτό έχει ως συνέπεια την επαναστατική και διαρκή μετάλλαξη του ίδιου του καπιταλιστικού συστήματος. Και άρα την μεγάλη ανθεκτικότητα-ευελιξία του σε ριζικές αλλαγές, καταστροφικές δυνάμεις και συγκρούσεις, σε κρίσεις και ανατροπές. Καταφέρνει με άλλα λόγια και ενσωματώνει-αφομοιώνει κάθε καινοτομία, ρηξικέλευθη αλλαγή, αμφισβήτηση, ριζοσπαστική κριτική ή κίνημα εναντίον του και τις μετατρέπει σε εσωτερική δύναμη που τον τροφοδοτεί, τον ενδυναμώνει και τον ανανεώνει συνεχώς.
Και όλα αυτά, δεν χρειάζεται να γίνονται συνειδητά – και ίσως αυτό ισχύει κατά κανόνα. Δηλαδή, είναι δυνατό οι πολιτικοί να νομίζουν ότι εργάζονται για το καλό της ανθρωπότητας και την πρόοδο-ευημερία, το ίδιο και οι αστοί κάτοχοι των μέσων παραγωγής ή οι διάφοροι καινοτόμοι μάνατζερ, εφευρέτες, τεχνοκράτες και σχεδιαστές παραγωγής ή «χρήσιμων» προϊόντων που «κάνουν τη ζωή μας πιο εύκολη». Από την άλλη μεριά, οι αγωνιστές και οι επαναστάτες να φαντάζονται και να ελπίζουν ότι με τις πράξεις τους θα ανατρέψουν το αστικό σύστημα ή θα του καταφέρουν σοβαρά πλήγματα, κερδίζοντας έτσι «πολύτιμο έδαφος». Αγνοούν όμως ότι το ζήτημα δεν είναι τόσο εδαφικό-τοπικό όσο ιδεολογικό-πνευματικό όπως επίσης και ζήτημα χρόνου. 
Ενώ, η μεγάλη μάζα των ανθρώπων, ο λαός, οι συντριπτική δηλαδή πλειονότητα των πολιτών του κράτους, αναπαράγει την ψευδαίσθηση της ευμάρειας, της αέναης εξέλιξης και προόδου, προσδοκώντας καλύτερες μέρες. Ωσάν να επρόκειτο για εγγενή στοιχεία του αστικού συστήματος, τα κατεξοχήν χαρακτηριστικά γνωρίσματά του. Παραδομένοι, τελικά, στη μεγάλη ιδεολογική φενάκη για το «Τέλος της Ιστορίας» με την τελική επικράτηση του παγκόσμιου-οικουμενικού καπιταλισμού.  
Η αστική εξουσία-κυριαρχία-επιβολή λειτουργεί έτσι σαν ένας αυτόματος μηχανισμός, σαν αυτόματος πιλότος. Αν απαξιωθεί ή ανατραπεί ένα διοικητικό κέντρο, θεσμός ή πρόσωπο, αυτομάτως ανανεώνεται με ένα νέο, πιο εύρωστο, δυναμικό και ευέλικτο από το προηγούμενο, γιατί ακριβώς έχει ενσωματώσει συσσωρευμένη εμπειρία και γνώση-πληροφορία, εμπεριέχοντας όλες τις προηγούμενες αντιφάσεις και συγκρούσεις που κατέστρεψαν τον προκάτοχό του και γέννησαν το ίδιο. Και φυσικά, διαθέτοντας νέα αποθέματα ενέργειας. Αυτό έχει ως επενέργεια να μειώνεται η αταξία (βλέπε εντροπία) του συστήματος με την παροχή νέων ποσοτήτων ενέργειας και κατά συνέπεια συνεχίζεται ο κύκλος της επιβολής-καταπίεσης και αποτελεσματικού ελέγχου. 
Ο ίδιος ο καπιταλισμός, λοιπόν, είναι μια επαναστατική συνθήκη-διαδικασία, γι’ αυτό χρειάζεται κάτι ασύλληπτα επαναστατικό για να παραμεριστεί και να δώσει τη θέση του στην ιστορία σε αυτό που θα προκύψει από μια τέτοια πρωτόγνωρη επαναστατική διαδικασία.
Εδώ δεν υπάρχουν έτοιμες λύσεις και συνταγές. Αυτό που έχει σημασία είναι να κατανοηθεί η φύση του καπιταλισμού και οι σοβαρές δυσκολίες-προσκόμματα που συναντάει ο άνθρωπος στην τάση του και στην προσπάθειά του να τον υπερβεί και να δημιουργήσει την αταξική-κομμουνιστική κοινωνία. Όπως το γεγονός ότι, σε αυτήν την προσπάθεια, απαραίτητος σύμμαχος είναι η επιστήμη και η γνώση που στοχεύουν σε αυτήν την κατεύθυνση-προοπτική. Εξάλλου αυτή είναι και η ουσία της μόνης γνήσιας γνώσης και επιστήμης: αυτή που έχει ως γνώμονα και ως βασική πληροφορία την αέναη αναβάθμιση-πνευματικοποίηση και εξύψωση του ανθρώπου. Σε ανώτερες σφαίρες πολιτισμού, οικονομικής και κοινωνικής οργάνωσης. Διαδικασία και προοπτική που δεν σταματάει ποτέ, όσο θα υπάρχει ο άνθρωπος.
12/12/2011
Δημήτρης Φασόλης
* Το παρόν κείμενο είναι συνέχεια των παρακάτω κειμένων:




Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 2011

Ο απρόσωπος καπιταλισμός: περαιτέρω σκέψεις…


Ο απρόσωπος καπιταλισμός είναι κάτι περισσότερο και ευρύτερο από τους θεσμούς, τα πρόσωπα και τις εξουσιαστικές-ιεραρχικές σχέσεις που συγκροτούν την κοινωνία. Είναι μια Ιδέα που αγκαλιάζει την ανθρώπινη σκέψη και την ίδια την ανθρώπινη ύπαρξη ή φύση, σχετίζεται με την ουσία του ανθρώπινου, ως οντολογικής κατηγορίας. Είναι μια γενική και αφηρημένη έννοια, η οποία δηλώνει έναν τύπο ανθρώπου, ένα κοινωνικό μοντέλο και έναν τρόπο σκέψης και δράσης-ζωής που καθορίζεται από την ιδιωτία, τον ανταγωνισμό, την επιβολή και τον εξοβελισμό της αλληλεγγύης από τις ανθρώπινες (διαπροσωπικές και κοινωνικές) σχέσεις. Η ιδιαιτερότητα του καπιταλισμού έγκειται ότι έχει εισβάλει δυναμικά και κυριαρχήσει στο φαντασιακό του ανθρώπου, στον ιδιωτικό χώρο. Μέσα από την σύγχρονη τεχνολογία που ελέγχει, την εικόνα και την ψηφιοποιημένη πληροφορία, οι οποίες διαδίδονται ταχύτητα μέσω του διαδικτύου, διευρύνει σημαντικά το φαντασιακό, αλλά παράλληλα το ελέγχει και το διαμορφώνει σύμφωνα με τις καπιταλιστικές αξίες και συμφέροντα.
Ο ιδιωτικός χώρος και το φαντασιακό λειτουργούν για να συνδέσουν το υποκείμενο με την κοινωνία και τον κόσμο, να ερμηνεύσουν, να εξηγήσουν και τελικά να νοηματοδοτήσουν τη ζωή του ανθρώπου. Χωρίς αυτήν την ιδιότητα-λειτουργία, ο άνθρωπος δεν θα μπορούσε να κατανοήσει τον εαυτό του, τη σχέση του με τους συνανθρώπους του, τα κοινωνικά και ιστορικά φαινόμενα και γεγονότα, δεν θα μπορούσε πιθανά ούτε να επιβιώσει. Επομένως το γεγονός ότι η αστική εξουσία και επιστήμη ελέγχει και καθορίζει τη φαντασιακή σφαίρα του ανθρώπου, καθιστά τον καπιταλισμό πολύ ισχυρό και συνάμα (ως αίτιο για την ισχύ του) ακαταμάχητα (υπέρμετρα) ελκυστικό για τα υποκείμενα.
Η νόηση-σκέψη του σύγχρονου ανθρώπου είναι αποικισμένη από τον καπιταλισμό ως ιδέα, από την αστική ιδεολογία. Όσο κυριαρχεί αυτή η ιδέα, του μεγάλου ιδιώτη, του αχόρταγου Εγώ, του ατομιστή, του κυνηγού της επιτυχίας και του εκμεταλλευτή μικρών και μεγάλων ευκαιριών, του πρώτου τυχόντα αδύναμου ή πολύ περισσότερων ψυχών, ο καπιταλισμός θα ζει και θα βασιλεύει, θα ανανεώνεται συνεχώς ανεξάρτητα από κρίσεις, πρόσωπα και επιμέρους θεσμούς που αλλάζουν ή εξαφανίζονται και νέοι παίρνουν τη θέση τους. Έτσι, οι εργαζόμενοι, οι αγωνιστές οι επαναστάτες κάθε απόχρωσης, στο πίσω μέρος του κεφαλιού τους έχουν ως πρότυπο το καπιταλιστικό μοντέλο, όραμα και πρόταγμα ζωής, ως αναπόσπαστο κομμάτι του εαυτού τους. Ασυνείδητα, κατά βάθος, δεν θέλουν να ανατρέψουν το αστικό καθεστώς, γιατί νοηματοδοτούνται και επιβεβαιώνονται υπαρξιακά μέσα από αυτό. Οι δε τελευταίοι δεν θα ήταν ακραίο να ειπωθεί ότι βολεύονται με την ύπαρξη και διαιώνισή του, γιατί έχουν ανάγκη τον ρόλο τους, ο οποίος ετεροκαθορίζεται από το καπιταλιστικό σύστημα.
Η ικανότητα του καπιταλισμού να αλλάζει και να μεταμορφώνεται-ανανεώνεται έχει να κάνει επίσης με τις τεράστιες δυνατότητες που διαθέτει για παραγωγή ενέργειας. Η ενέργεια αυτή, ως αντανάκλαση, δηλαδή ως κίνηση και ως αέναη κινητικότητα, περνάει στις ανθρώπινες σχέσεις, στον τρόπο ζωής, αλλά και στην σκέψη και δράση των ατόμων.
5/12/2011
Δημήτρης Φασόλης
Το παραπάνω κείμενο είναι συνέχεια του κειμένου «Οι απεργίες, οι αγώνες και ο απρόσωπος καπιταλισμός» :

Παρασκευή 2 Δεκεμβρίου 2011

Οι απεργίες, οι αγώνες και ο απρόσωπος καπιταλισμός

Τα τελευταία χρόνια, πολλαπλασιάζονται οι απεργιακοί αγώνες και οι διαφόρων ειδών κινητοποιήσεις από εργαζόμενους και άλλες κοινωνικές κατηγορίες. Ιδιαίτερα στην παρούσα συγκυρία οικονομικής κρίσης και ισχνών αγελάδων για τα πλατιά κοινωνικά στρώματα, οι απεργίες και οι κοινωνικοί αγώνες πολλαπλασιάζονται. Μάλιστα παρατηρείται και μια ποιοτική μετάλλαξή τους, σε σχέση με τα μέχρι τώρα καθιερωμένα πρότυπα: γίνονται πιο δυναμικοί, επίμονοι και μακροχρόνιοι, ενώ παράλληλα μαζικοποιούνται σε πρωτόγνωρο για τα δεδομένα βαθμό. Από την άλλη μεριά όμως, παρουσιάζεται και το εξής παράδοξο: ενώ οι αγώνες πληθαίνουν και εντείνονται, τα αποτελέσματά τους είναι ελάχιστα και ως επί το πλείστον ανύπαρκτα.
Τι είναι αυτό που καθιστά τους κοινωνικούς αγώνες και τις απεργίες αναποτελεσματικούς και συχνά – αν όχι ανταγωνιστικούς – αυτιστικούς ως προς τα αιτήματα, τις ανάγκες και τα καθημερινά προβλήματα άλλων κοινωνικών κατηγοριών; Μάλιστα, το φαινόμενο αυτό είναι παγκόσμιο: όπως παραδέχεται ο πρόεδρος του μεγαλύτερου βρετανικού συνδικάτου εργαζομένων και ενός από τα μεγαλύτερα του κόσμου, «οι ανά τον κόσμο απεργίες και οι εργατικοί αγώνες της τελευταίας περιόδου, παρά τη μαχητικότητα και τη μαζικότητά τους, δεν έχουν ουσιαστικά αποτελεσματικότητα στην επίτευξη των στόχων τους». Οι κυβερνήσεις φαίνεται να έχουν κλείσει τα αφτιά τους στις διεκδικήσεις και τα αιτήματα των αργαζόμενων, αδιαφορούν για τις κινητοποιήσεις και περιμένουν απλά να ξεφουσκώσουν.
Μια ικανοποιητική απάντηση στο ερώτημα αφορά στην ίδια την ουσία και τη λειτουργία του σύγχρονου αναπτυγμένου καπιταλισμού: την απρόσωπη και πολυσύνθετη φύση του καπιταλιστικού συστήματος κοινωνικής οργάνωσης και εξουσίας. Ο απρόσωπος και αφηρημένους χαρακτήρας του τον καθιστά ικανό να αντέχει σθεναρά στις πιέσεις και τους αγώνες των πληττόμενων στρωμάτων της κοινωνίας. Πραγματικά, υπερβαίνει τους θεσμούς, τα πρόσωπα, τις διοικητικές διαδικασίες, γραφειοκρατίες και μηχανισμούς. Το «κέντρο» του είναι διάχυτο και πολυτοπικό, αποεδαφοποιημένο, όπως η σύγχρονη τεχνολογία του: η ψηφιοποιημένη πληροφορία και το διαδίκτυο.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να γίνεται ευέλικτος και διαρκώς μεταλλασσόμενος. Η φύση του αυτή αποτυπώνεται και στις κυβερνητικές μεταλλάξεις και αλλαγές που συμβαίνουν σε πολλές χώρες του κόσμου: «κενό» εξουσίας και ρευστές πολιτικές συμμαχίες, κυβερνήσεις τεχνοκρατών (Ιταλία) και μικτές (Ελλάδα). Το λεγόμενο «κενό εξουσίας», οι κρίσεις και οι αναταράξεις στο πολιτικό σκηνικό, οι ανατροπές κυβερνήσεων και η εναλλαγή διοικητικού και πολιτικού προσωπικού, σε τελευταία ανάλυση ανανεώνουν την αστική εξουσία, αφού αυξάνουν την κυβερνητική ισχύ και τη δυνατότητα διαχείρισης των κρίσεων και των κοινωνικών αντιθέσεων.
Επομένως, οι απεργιακοί και οι άλλοι κοινωνικοί αγώνες – πέραν του ότι είναι συχνά συντεχνιακοί – αναπαράγουν την ιεραρχία στους εργαζόμενους. Αποτελούν ανακλαστικές κινήσεις άμυνας απέναντι στην απώλεια κεκτημένων ή/και προνομίων και είναι καταδικασμένοι να αποτυγχάνουν. Και αυτό διότι δεν χτυπούν τον καπιταλισμό στη ρίζα του. Για να επιτευχθεί ένα καίριο πλήγμα στο αστικό σύστημα, θα πρέπει να συνειδητοποιηθεί και να χτυπηθεί αυτός ο απρόσωπος και αφηρημένος χαρακτήρας του.    
Ένας ακόμη τρόπος για τον χειρισμό των κοινωνικών αντιθέσεων από τις αστικές κυβερνήσεις είναι μεν κλασικός, αλλά παρουσιάζεται με συνεχώς νέες μορφές και επικοινωνιακά τεχνάσματα. Έγκειται στη διάσπαση της κοινωνικής βάσης και της εργατικής τάξης σε ανταγωνιστικά και αντιμαχόμενα κομμάτια ( το γνωστό «διαίρει και βασίλευε»): ιδιωτικά εργαζόμενοι ενάντια στους δημόσιους, ο ένας κλάδος ή κοινωνική ομάδα ενάντια σε όλες τις άλλες, οι ψευτοπρονομιούχοι (ίσα-ίσα ώστε να μην συνειδητοποιούν τη σκλαβιά τους) με μια δουλειά και έναν πενιχρό μισθό ενάντια στους άνεργους, τους υποαπασχολούμενους, τους άστεγους (η εναντίωση αυτή μπορεί επίσης να σημαίνει αδιαφορία και ωχαδερφισμό). 
Οι δύο αυτές όψεις, η απρόσωπη φύση του καπιταλιστικού συστήματος και το «διαίρει και βασίλευε», θα πρέπει να μελετηθούν συστηματικά περαιτέρω.
Δημήτρης Φασόλης
28/11/2011

Παρασκευή 28 Οκτωβρίου 2011

Οικονομία, ιδεολογία και κοινωνική ανθρωπολογία


Η κοινωνική ανθρωπολογία στην προσπάθειά[1] της να αναλύσει και να αποδομήσει τις ποικίλες πολιτισμικές δομές, διαδικασίες και φαινόμενα, υποτίμησε το ρόλο της ιδεολογίας και της οικονομίας, προφανώς ιδεολογικά προσανατολισμένη και η ίδια. Αυτές οι δύο, ως ευρύτερες δομές που «αγκαλιάζουν» τις κοινωνικές σχέσεις, τις πολιτισμικές συμπεριφορές και εκδηλώσεις, καθορίζουν κατά συνέπεια τις υποκειμενικές αναπαραστάσεις και ερμηνείες των ατόμων για την κοινωνία και τον κόσμο. Ενώ η κυρίαρχη κοινωνική τάξη οργανώνει τις υποκειμενικές αναπαραστάσεις, μέσα από την ιδεολογική της λειτουργία και παράλληλα συγκροτεί τη συμβολική τάξη, η οποία είναι σε τελευταία ανάλυση το συμβολικό οικοδόμημα πάνω στο οποίο οργανώνεται η ιδεολογία της. Η συμβολική τάξη εμπεριέχει ως στοιχεία της τις θεμελιακές ταξινομήσεις ενός πολιτισμού, δηλαδή την κοσμοαντίληψη των ανθρώπων που είναι φορείς του. Η δε οικονομική δομή συγκροτεί την εξουσία της εκμεταλλεύτριας τάξης και η εν γένει οικονομική διαδικασία επενεργεί καθοριστικά τόσο στη συμβολική τάξη όσο και στην ιδεολογία.
Οι άνθρωποι επομένως είναι μεν φορείς εμπρόθετης δράσης, παράγουν νοήματα και ερμηνείες για την κοινωνία και τον τρόπο ζωής τους, ωστόσο δεν μπορούν να υπερβούν την ευρύτερη και σταθερή δομή που συνιστά η οικονομία και η συμβολική τάξη μαζί με την ιδεολογία. Θα μπορούσαμε να παραλληλίσουμε τη συμβολική τάξη με τους κανόνες και το καθορισμένο πλαίσιο στο οποίο μπορούν να κινούνται τα πιόνια στο σκάκι. Τα πιόνια έχουν μια μικρότερη ή μεγαλύτερη γκάμα επιλογών ανάλογα με το ρόλο τους. Ωστόσο, δεν μπορούν να κινηθούν έξω από τα παραπάνω όρια. Έτσι και οι άνθρωποι, έχουν στη διάθεσή τους ένα σύνολο διαφορετικών επιλογών στη ζωή τους, αλλά δεν μπορούν να υπερβούν το κανονιστικό πλαίσιο που τίθεται από τη συμβολική τάξη: το τι είναι σωστό και λάθος, κανονικό ή μη, ηθικό ή όχι, το ρόλο του φύλου κλπ.
Παρόλα αυτά, κατά κανόνα οι άνθρωποι πιστεύουν ότι έχουν ουσιαστική ελευθερία βούλησης και ότι οι ερμηνείες τους για τον κόσμο και την κοινωνία είναι φυσικές και αντικειμενικές. Νοηματοδοτούν την πραγματικότητα, τις σχέσεις τους, τις συμπεριφορές και τις πράξεις τους, πιστεύοντας ότι κάνουν το σωστό ως ανεξάρτητα όντα. Δεν έχουν συναίσθηση ότι όλα αυτά είναι προκαθορισμένα και ότι τους υπερβαίνουν ως υποκειμενικότητες. Αλλά ακόμη και όταν παράγονται υποκειμενικές αντιλήψεις και κοσμοθεωρήσεις που εν δυνάμει θέτουν σε αμφισβήτηση το υπάρχον κοινωνικό πλαίσιο, τις ηγεμονικές αναπαραστάσεις και λόγους, ακόμη και τότε η ιθύνουσα τάξη με τους καλά οργανωμένους ιδεολογικούς μηχανισμούς της επεμβαίνει για να ελέγξει και να χειραγωγήσει αυτές τις υποκειμενικές ερμηνείες.
Εντούτοις, αυτό δεν αναιρεί ολοκληρωτικά τη σημασία που έχουν οι υποκειμενικές ερμηνείες, οι τρόποι με τους οποίους δρουν και νοηματοδοτούν τις πράξεις τους οι άνθρωποι, για την κοινωνική αλλαγή. Μας εφιστά όμως την προσοχή στο να έχουμε υπόψη μας ότι αυτή η διαδικασία πολιτισμικής κατασκευής δεν γίνεται με ισότιμο τρόπο από όλα τα άτομα ή τις κοινωνικές ομάδες. Η ομάδα με τη μεγαλύτερη εξουσία και κύρος ελέγχει εν πολλοίς αυτή τη διαδικασία, ενώ ταυτόχρονα φροντίζει να διασπά το κοινωνικό σώμα σε απομονωμένες και άρα αδύναμες ατομικές υπάρξεις. Κατά συνέπεια, η θεωρία της πολιτισμικής κατασκευής δεν επαρκεί από μόνη της για να εξηγήσει τις συμπεριφορές ατόμων, αμάδων και το ρόλο του πολιτισμού στην κοινωνική οργάνωση και στην κοινωνική εξέλιξη.
Συνεπώς, είναι εποικοδομητικό, για μια πιο έγκυρη και συνεπή εξήγηση των κοινωνιών και των πολιτισμών, η εδραιωμένη θεωρητική προσέγγιση για την πολιτισμική κατασκευή να αναθεωρηθεί και να συνδυαστεί δημιουργικά με άλλες θεωρίες και προσεγγίσεις για την οικονομία, την ιδεολογία, την κοινωνική ψυχολογία και την ψυχανάλυση, την ιστορία και τις θεωρίες για τη γλώσσα και τη λογοτεχνία. Αλλά και πέρα από τις γνωστές και κλασικές θεωρίες χρειάζεται η συμβολή και η γόνιμη ανταλλαγή με νεότερες θεωρητικές προσεγγίσεις όπως ο ερμηνευτικός δομισμός, με σημαντικές προσπάθειες ενοποίησης θεωριών και πεδίων όπως αυτό το θετικών και των θεωρητικών επιστημών. Καθώς επίσης, η υπαρξιακή-οντολογική  και άρα φιλοσοφική αναζήτηση και θεωρητική δουλειά, προς μια ολιστική επιστήμη του ανθρώπου.
Αθήνα 28/10/2011
Δημήτρης Φασόλης




[1]Η κοινωνική ανθρωπολογία, ιδιαίτερα όπως εξελίχθηκε από τη δεκαετία του ’70 και έπειτα, προσπάθησε να ξεφύγει από παλαιότερα θεωρητικά σχήματα και παραδείγματα όπως ο παρωχημένος εξελικτισμός και ο στείρος δομισμός (και δομολειτουργισμός). Στην αναζήτησή της αυτή, όμως, έφτασε πολλές φορές στο άλλο άκρο, στον υποκειμενισμό και τον δογματικό σχετικισμό, με άλλα λόγια, σε έναν αναμορφωμένο θετικισμό-επιστημονισμό.
             

Τετάρτη 19 Οκτωβρίου 2011

Για τα μορφωτικά εγχειρήματα της χειραφέτησης

Πώς θα γίνει πράξη η γνήσια γνώση και η σύνδεσή της με την κοινωνία;
Μόνο εάν και εφόσον ξεβολευτούμε και αναλάβουμε πρωτοβουλίες για μορφωτικά εγχειρήματα που θα είναι οργανωμένα από τα κάτω, από την κοινωνία, από γονείς, εκπαιδευτικούς, επιστήμονες που τάσσονται με την υπόθεση αυτή και την κοινωνική ανατροπή.
Ξεβόλεμα επίσης σημαίνει να παραδεχτούμε συνειδητά και λογικά (μέσα από τον αναστοχασμό και την αυτογνωσία) ότι δεν ξέρουμε τις βασικές γνωστικές μονάδες-πληροφορίες, γιατί είμαστε τέκνα της αστικής εκπαίδευσης. Άρα, πρέπει να μορφωθούμε από την αρχή, στη γνήσια (ολιστική) γνώση και τον (επιστημονικό) ορθό λόγο[1], έξω από τα γρανάζια της εξουσίας. Και στη συνέχεια να συμβάλουμε στη μετάδοση αυτής της γνώσης και της θεωρίας που παράγεται από αυτήν. Ο καθένας με τον δικό του τρόπο, την ιδιαίτερη προσωπικότητά του και τα βιώματά του.
Φυσικά, απαραίτητος και χρήσιμος είναι ο καθένας, με τις ειδικές γνώσεις, τις δεξιότητες-ικανότητες, την εμπειρία που διαθέτει και θα μπορεί να συνεισφέρει στη διάδοση-διάχυση της γνώσης στην κοινωνία. Οι ειδικότερες γνώσεις και δεξιότητες-ικανότητες είναι πραγματικά χρήσιμες όταν εντάσσονται στο ευρύτερο επιστημολογικό και φιλοσοφικό πλαίσιο και με αυτόν τον τρόπο αποκτούν νέες δυνατότητες και προοπτικές, αφού συνδέονται και συσχετίζονται (ενσωματώνονται) σε ένα συνεκτικό γνωσιακό, ιδεολογικό και πολιτισμικό όλον. Ο κάθε άνθρωπος λοιπόν που επιθυμεί συνειδητά να συμμετάσχει και να βοηθήσει-συμβάλει σε αυτό το εγχείρημα, μπορεί να το κάνει.
Το θεμελιώδες όμως στοιχείο και η ουσία της γνήσιας επιστημονικής γνώσης, είναι η άρνηση και η αποδόμηση των αξιών και των ιδεολογιών που παράγει ο εξουσιαστικός-ταξικός πολιτισμός. Έτσι λοιπόν, η αρνητική κριτική, αυτή δηλαδή η συνειδητή στάση και σκέψη που αρνείται ριζικά την κυρίαρχη σκοπιά και πρόσληψη της πραγματικότητας (η οποία είναι ιδεολογικά καθορισμένη), είναι αναγκαία προϋπόθεση ενός απελευθερωτικού μορφωτικού εγχειρήματος.
Η κριτική στα ιδεολογήματα και στις πλάνες-ψευδαισθήσεις που προωθεί η κυρίαρχη ιδεολογία της αστικής τάξης, για να διαιωνίζεται η πραγματικότητα, η τάξη πραγμάτων που προκύπτει από την επιβολή της εξουσίας της. Η αποδόμηση-απομυθοποίηση, αυτής της πραγματικότητας.
Το Πραγματικό, η πραγματικότητα που μας περιβάλλει και μας καθορίζει, προσλαμβάνεται από τους ανθρώπους ήδη διαμεσολαβημένη από την κυρίαρχη ιδεολογία. Για αυτό ακριβώς είναι μια φενάκη, στο βαθμό που η σύγχρονη φιλοσοφική-επιστημονική γνώση και θεωρία μας αποκαλύπτουν ότι «τα πάντα είναι κάτι άλλο», ότι ζούμε σε μια ψευδαίσθηση, έστω και αν αυτή είναι επίμονη, επειδή είναι κραταιά και σχεδόν καθολικά κυρίαρχη.
Παρόλα αυτά, οι άνθρωποι συνεχίζουν να είναι παγιδευμένοι σε αυτήν την πλάνη, σε μια πλαστή ζωή, ιμιτασιόν, φευγαλέα, που μας ξεγελάει και χάνεται χωρίς να τη βιώνουμε αληθινά. Γιατί έτσι είναι οργανωμένη και ρυθμιζόμενη, ελεγχόμενη από την αστική τάξη, η οποία με αυτόν τον τρόπο επιβάλλει τη θέληση και τη συνείδησή της, ώστε να μπορεί να αναπαράγεται το ταξικό σύστημα και η ιδεολογική-πολιτισμική κυριαρχία της.
Η θεωρία που θα προκύψει από τη νέα γνήσια γνώση και επιστήμη, θα είναι μια πρακτική θεωρία, θεωρία αλληλένδετη με την πράξη, βιωματική. Αυτό σημαίνει ότι συμβάλλει καθοριστικά στο να δημιουργηθούν άλλες αξίες από τις κυρίαρχες, άλλος τρόπο ζωής, με θεμέλιο την αλληλεγγύη και την κοινωνική συνείδηση. Συνεπάγεται επίσης μια άλλη ματιά από το υποκείμενο στην πραγματικότητα, στην ιστορία, στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Η γνώση και η επιστήμη δεν μπορεί παρά να είναι κοινωνική, δηλαδή αδιαχώριστη από την κοινωνική διαδικασία, μια πρακτική γνώση-θεωρία, που είναι ταυτόχρονα σκέψη-ιδέα και πράξη-πρακτική.
Η γνώση και η μόρφωση για να είναι γνήσια και κοινωνική, προϋποθέτει πως υπερβαίνει και καταργεί τους διαχωρισμούς και τον κατακερματισμό της υφιστάμενης κοινωνικής οργάνωσης και ζωής. Η γνώση δεν παράγεται σε ένα συγκεκριμένο χώρο και χρόνο αλλά σε κάθε κοινωνική συνεύρεση, διαντίδραση και διαδικασία. Αυτό σημαίνει ότι οι άνθρωποι ασχολούνται στην καθημερινή ζωή τους με τα ουσιαστικά ζητήματα που αφορούν στη ζωή, στον κόσμο, στη φύση και στο σύμπαν. Και αυτή η αναζήτηση και ο τρόπος σκέψης είναι τρόπος ζωής. Ζουν με γνώμονα της ουσία και την ποιότητα στη ζωή και στις σχέσεις τους και όχι τη στείρα κατανάλωση υλικών αντικειμένων, χρόνου και ανθρώπων – δηλαδή μια ζωή πλούσια και βιωματική και όχι κενή περιεχομένου.
Ένα τέτοιο εγχείρημα δεν είναι εύκολο. Η γνήσια επιστημονική γνώση-τρόπος σκέψης είναι ενάντια στην κοινή λογική. Το να αντιληφθείς και να συνειδητοποιήσεις ότι ο χρόνος είναι μια ψευδαίσθηση, με την έννοια της γραμμικής κίνησης και εξέλιξης, ότι οι τρισδιάστατες αισθήσεις μας και η νόησή μας συλλαμβάνουν ένα ελάχιστο κομμάτι της πραγματικότητας – και αυτό στρεβλό και ξεκομμένο από το όλον, το οικουμενικό, το συμπαντικό. Το να διανοηθείς ότι υπάρχει ο φανταστικός χρόνος (το πεδίο όπου υπάρχουν και λειτουργούν οι φανταστικοί αριθμοί), ότι υπάρχουν (χωρικές) διαστάσεις που διαφεύγουν της στενής-περιορισμένης αντίληψής μας, και ότι – εν τέλει – «τα πάντα είναι κάτι άλλο» από αυτό που φαίνεται, σίγουρα είναι ένα σοκ για τον μέσο άνθρωπο, την συντριπτική πλειονότητα των ανθρώπων δηλαδή.
Το να γνωρίζεις ότι υπάρχουν συγκεκριμένες νομοτέλειες, τύποι – με την έννοια των πληροφοριών – που ρυθμίζουν την εξέλιξη του σύμπαντος, άρα και τη ζωή στη γη και φυσικά τις ανθρώπινες υποθέσεις και κοινωνικές διεργασίες, όπως επίσης αφανείς σχέσεις και αιτίες (που συνιστούν βαθιές δομές) πίσω από τα φαινόμενα∙ ότι το σύμπαν είναι συμμετοχικό και άρα νοήμον σύστημα, το οποίο χρειάζεται τη συνείδηση (αν και όχι αποκλειστικά την ανθρώπινη) για να υπάρχει και να εξελίσσεται.
Το να θεωρείς αλλιώς (ενάντια στην κοινή αντίληψη) το σύμπαν, τον κόσμο και τον άνθρωπο, σε όλη την κοσμική του υπόσταση και ουσία, και το να πράττεις αντίστοιχα ως τρόπο ζωής, είναι δύσκολο. Αλλά, σίγουρα, όταν αφυπνιστούν οι συνειδήσεις και συλλογικοποιηθούν σε μια κοινή συνισταμένη, ώστε να μετασχηματιστούν σε κοινωνική συνείδηση, τότε αυτό είναι εφικτό αλλά και ουσιαστικό.
Όλα αυτά, είναι θαυμαστά πράγματα αλλά και γνήσιες πληροφορίες-γνώσεις που πρέπει να γίνουν κτήμα των κοινωνιών και των ανθρώπων.
Γνώσεις που αμφισβητούν και αποδομούν την κυρίαρχη (αστική) ιδεολογία, και τον εξουσιαστικό πολιτισμό. Φανερώνουν κατά συνέπεια την πραγματική ουσία του, αυτό που πραγματικά είναι: μια (επίμονη) ψευδαίσθηση. Παράλληλα βέβαια με τη ριζική αλλαγή στον τρόπο ζωής στην κατεύθυνση ενός άλλου πολιτισμού, στάσης, νοοτροπίας και την ανατροπή της ταξικής ιστορίας.
Στην αταξική κοινωνία – καθώς επίσης στη διαδικασία μετάβασης προς τα εκεί – το «εγώ» διαλύεται στο «ο άλλος», σε μια συλλογική συνείδηση. Ο μικροαστικός-εγωιστικός τρόπος ζωής εγκαταλείπεται, η κατανάλωση, ο φετιχισμός του χρήματος και του εμπορεύματος, το ιδιωτικό συμφέρον, το κέρδος εκλείπουν, περνώντας στην προϊστορία του ανθρώπου. Πρόκειται για το πέρασμα σε μια πρωτόγνωρη-καινοφανή κατηγορία της πραγματικότητας, οικουμενική και επαναστατική (ως αναίρεση και εξύψωση από την καπιταλιστική πραγματικότητα). Όπου η επαναστατική Ιδέα της αλληλεγγύης, της ελευθερίας και της ισότητας (κομμουνισμού) αίρει την τυφλή υλική ύπαρξη (πραγματικότητα) του καπιταλισμού και ανάγει-ανυψώνει το Είναι, την κοινωνία και τον άνθρωπο σε ανώτερες σφαίρες ιδεών, αξιών, πολιτισμού, σχέσεων, ζωής.
Συνεπώς, το μορφωτικό εγχείρημα της χειραφέτησης είναι η άμεση σκέψη-πράξη.
Αθήνα, 19/10/2011
Δημήτρης Φασόλης



[1] Στη σύγχρονη ακαδημαϊκή επιστήμη αλλά και στην κοινή λογική, επικρατεί ο τυπικός λόγος, δηλαδή μια ιδεολογικοποιημένη και εξορθολογισμένη μορφή ενός, ουσιαστικά, μη λογικού τρόπου σκέψης.

Σάββατο 24 Σεπτεμβρίου 2011

CONCLUSION: CHANGE, GLOBALIZATION AND CHILDHOOD (1ο μέρος)

Ο κύριος μετασχηματισμός της παιδικής ηλικίας συντελέστηκε πριν την παγκοσμιοποίηση.
Έλαβε χώρα κυρίως στη Δυτική Ευρώπη και ΗΠΑ ως σύμπτωμα της ραγδαίας βιομηχανοποίησης. Αν και η Δύση πρόσθεσε κάποια ιδεολογικά στοιχεία, ως απόρροια επιρροών του Διαφωτισμού και του Ρομαντισμού, ωστόσο η δυναμική της οικονομικής – βιομηχανικής διαδικασίας είναι καθοριστική για το υπό εξέταση φαινόμενο.  
Η εν  λόγω αλλαγή περιλαμβάνει τρία βασικά στοιχεία τα οποία σχηματοποιήθηκαν στην πορεία δεκαετιών, και τα οποία έρχονται σε ανοιχτή σύγκρουση/αντίθεση με την προϋπάρχουσα συνθήκη της παιδικής ηλικίας:
1.      Το σχολείο αντικατέστησε τη δουλειά, ως βασική υποχρέωση του παιδιού, μια ριζική μετατόπιση από τις νόρμες της οικογένειας κυρίως στην ύπαιθρο (αγροτικές οικονομίες)
2.      Τα επίπεδο γεννήσεων μειώθηκε απότομα, με συνέπεια της αλλαγή των σχέσεων μεταξύ παιδιών – ενηλίκων και κατ’ επέκταση μεταξύ των αδερφών.
3.      Το επίπεδο βρεφικής θνησιμότητας έπεσε ραγδαία, με αντίκτυπο και πάλι στις σχέσεις παιδιού – γονιών, όπως η συναισθηματική επένδυση, δυνητικά τουλάχιστον, τελευταίων πάνω στα πρώτα.
Οι σχέσεις ανάμεσα σε αυτές τις αλλαγές είναι ολοφάνερες: με την εκπαίδευση, τα παιδιά σταμάτησαν να προσφέρουν στην οικονομία της οικογένεια και έγιναν καταναλωτές του οικογενειακού εισοδήματος. Το γεγονός αυτός με τη σειρά του επέφερε μείωση του ρυθμού γεννήσεων. Στο τελευταίο, συνέβαλε επίσης η εκπαίδευση των γυναικών, εξαιτίας της νέας γνώσης σχετικά με εναλλακτικές δυνατότητες και επιλογές στη ζωή και για τις μεθόδους περιορισμού των γεννήσεων.
Οι επιπτώσεις από τις παραπάνω αλλαγές ήταν σημαντικές: οι σχέσεις μεταξύ παιδιών και γονιών πέρασαν σε μια κατάσταση έντασης, τόσο με θετικά, όσο και με αρνητικά αποτελέσματα. Το σχολείο ωστόσο θα μπορούσε να μειώσει τον έλεγχο των ενηλίκων πάνω στις ζωές των νεαρών ατόμων.
Τα κριτήρια των γονιών άλλαξαν, από τη στιγμή που μετατοπίστηκε ο στόχος για τα παιδιά τους, από την εργασία στην εκπαίδευση· τώρα, ως φυσικό επακόλουθο, δίνεται έμφαση περισσότερο στη μέτρηση και ενθάρρυνση της ευφυΐας/νοημοσύνης.
Οι ίδιοι μετασχηματισμοί μετέβαλαν τις παραδοσιακές διακρίσεις μεταξύ των φύλων στην παιδική ηλικία, συχνά μέσω αναταράξεων/εντάσεων.
Η μείωση του αριθμού των παιδιών στην οικογένεια επέφερε αντίστοιχη μείωση της χρησιμότητάς τους στην ανατροφή – φροντίδα για τα μικρότερα αδέλφια. Και, κατά συνέπεια, αλλαγές στην υπευθυνότητα, ιδιαιτέρως των κοριτσιών. 
Αυτό συνεπάγεται περισσότερη διαντίδραση μεταξύ ενηλίκων – παιδιών. Η σχολική ζωή και η μείωση των παιδιών οδήγησε σε νέες σχέσεις ανάμεσα σε παιδιά εκτός των ορίων της οικογένειας.
Στο βαθμό που τα παιδιά πλέον αποτελούν οικονομικό βάρος, και ο αριθμός των παιδιών είναι μειωμένος, οι στόχοι της παιδικής ηλικίας για την οικογένεια πρέπει να επαναπροσδιοριστούν.
Έχοντας λοιπόν τώρα λιγότερα παιδιά και με μεγαλύτερη πιθανότητα να ζήσουν, είναι πιθανόν να προβληθούν πάνω τους συναισθηματικές προσδοκίες και εξιδανικευμένοι στόχοι.
Εξίσου πιθανόν είναι όμως να εκληφθούν τα παιδιά ως μπελάδες, με συνέπεια να μην λαμβάνονται σοβαρά υπόψη στον προσδιορισμό της οικογενειακής επιτυχίας.   
Οι προαναφερθείσες αλλαγές είναι σύνθετες και, προφανώς, εν μέρει σχηματοποιούνται μέσα από το φίλτρο προηγούμενων (παραδοσιακών) πολιτισμικών προτύπων. Πολλές, ακόμη και Δυτικές, κοινωνίες προσαρμόζονται μέχρι σήμερα σε τέτοιες ριζοσπαστικές αλλαγές και στις συνέπειές τους.
Από τη σκοπιά της παγκοσμιοποίησης, πολλές χώρες προσπάθησαν να μιμηθούν τη Δύση και να ανοιχτούν και να προωθήσουν αντίστοιχες μεταλλάξεις, κυρίως μέσω της επέκτασης του σχολικού θεσμού, ή άλλων όπως συστήματα πρόνοιας για τα παιδιά. Αυτό επέφερε αξιακούς επαναπροσδιορισμούς για την παιδική ηλικία.
Και ο ιμπεριαλισμός προώθησε αλλαγές, αλλά όχι εντατικές και σε βάθος, ενώ απέφυγε και το ρίσκο αποδιάρθρωσης του συστήματος μέσα από αλλαγές στην εργασία και την οικογένεια, με συνέπεια οι εν λόγω αλλαγές να είναι περισσότερο επιφανειακές και ανολοκλήρωτες.
Γενικά πάντως, οι αλλαγές, η πορεία και η έκταση που πήραν καθορίστηκε σημαντικά από ευρύτερες οικονομικές, κοινωνικοταξικές, πολιτικές και ιδεολογικές συνθήκες (π.χ. ο κομμουνισμός αφομοίωσε ριζικά αυτές τις εξελίξεις, στην ΕΣΣΔ και την Κίνα).
Εντούτοις, οι αλλαγές δεν εξελίχθηκαν σε παγκόσμιο επίπεδο με τον ίδιο τρόπο και στον ίδιο βαθμό, αλλά, όπου έγιναν αποδεκτές, ήταν αναμιγμένες με παραδοσιακές δυνάμεις. Ο βασικός λόγος δε που οι μετασχηματισμοί αυτοί πέρασαν στις εν λόγω κοινωνίες ήταν ότι εξυπηρετούσαν συμφέροντα και άνοιγαν νέες προοπτικές για περισσότερα οφέλη. 
Αυτό που πρέπει να επισημανθεί είναι πως η νεοτερικότητα παρήγαγε μια νέα εκδοχή της παιδικής ηλικίας, παρά τις διάφορες επιμέρους μορφές σε διαφορετικές περιοχές του πλανήτη.
Συνέβη, εξάλλου, πριν την παγκοσμιοποίηση και αρχικά εξαπλώθηκε με ακανόνιστο τρόπο, ως μέρος της διαδικασίας προσαρμογής στο Δυτικό μοντέλο μέσα από ένα κοινό, αν και όχι άκριτα ομοιογενές, πρότυπο αλλαγής.

(Συνεχίζεται)

Του Peter N. Stearns (George Mason University)
Πηγή: Journal  of Sociology and History 38 (4), Summer 2005

Αθήνα, 24/9/2011

Μετάφραση: Δημήτρης Φασόλης

Παρασκευή 9 Σεπτεμβρίου 2011

Child Hierarchy

Του Jens Qvortrup

Περιοδικό Childhood (2007) Vol 14(4): 395–400. Los Angeles, London,
New Delhi and Singapore: Sage Publications.

Μετάφραση[1]: Δημήτρης Φασόλης

__Στο παρόν άρθρο. τίθεται το ζήτημα αν η παιδική ηλικία είναι ένα μόνιμο και σταθερό τμήμα της κοινωνικής δομής.
__Είναι λάθος σημαντικό το να μιλάμε για την παιδική ηλικία ως απλώς μια περίοδος της ζωής του ανθρώπου. Είναι σα να λέμε ότι δεν υπάρχει λόγος να επινοήσουμε μια κοινωνιολογία ή μια ανθρωπολογία της παιδικής ηλικίας γιατί υιοθετούμε την προοπτική ότι είναι ήδη μέρος των σύγχρονων και συμβατικών λόγων, στην επιστήμη και στη λαϊκή παράδοση.
__Στις περισσότερες αναλύσεις και δομικές προσεγγίσεις όπως η τάξη, η φυλή, η κάστα, η εθνότητα, τα παιδιά εκλαμβάνονται ως απλά εξαρτήματα ή παραρτήματα της κοινωνίας και του πολιτισμού.
__Υπό αυτήν την έννοια, τα παιδιά δεν έχουν χώρο στην κοινωνική σκέψη.
__Ούτε έχει επιχειρηθεί μια κοινωνιολογική εννοιολόγηση της παιδικής ηλικίας, ούτε έχουν αναζητήσει οι κοινωνιολόγοι τη φύση του κοινωνικού χώρου της παιδικής ηλικίας.
__Αυτό συνιστά μια αντίφαση καθώς ο όρος «παιδική ηλικία» χρησιμοποιείται συχνά για δείξει ακριβώς αυτό (έναν χώρο).
__Όταν μιλούμε για παιδική ηλικία στο μεσαίωνα ή για την Αφρικανική παιδική ηλικία, την παιδική ηλικία του παρελθόντος ή του παρόντος, εννοούμε μια ιδιαίτερη περίοδο:
__έχουμε κατά νου, έστω σε αδρές γραμμές, ένα κοινό πλαίσιο για τον κόσμο των παιδιών, σε μια δοσμένη χρονική στιγμή ή τόπο.
__Το εν λόγω πλαίσιο θεωρείται διακριτό από αυτό της ενηλικότητας, ενώ και οι δύο εκλαμβάνονται ως ξεχωριστά τμήματα μιας γενεακής ταξινόμησης-ιεράρχησης ή δομής εντός της ίδιας κοινωνίας.  
__Είναι, με άλλα λόγια, μια έννοια με κενό χώρο, χωρίς δηλαδή περιεχόμενο, με άλλα λόγια είναι μια αναλυτική (αφαιρετική) κατηγορία-έννοια.
__Και ισοδυναμεί με τίποτα λιγότερο από μια αναγκαία – αν και όχι και επαρκής – προϋπόθεση για να συμβιβαστούμε με την παιδική ηλικία ή η τα παιδιά, κοινωνιολογικά.
__Η παιδική ηλικία, ως αναλυτική κατηγορία, έχει δύο βασικές ιδιότητες:
__1) Εκδηλώνει μια βασική σταθερότητα/μονιμότητα αλλά και ταυτόχρονα αλλάζει σχεδόν ασταμάτητα, και
__2) Το σημαντικότερο, όλα τα παιδιά κατοικούν εκεί για κάποιο χρονικό διάστημα.
__Όπως το θέτει και η Charlotte Hardman στο κλασσικό της άρθρο, το 1973:  «τα παιδιά μετακινούνται εντός και εκτός αυτού του χώρου, όμως άλλα παίρνουν τη θέση τους και έτσι το κομμάτι παραμένει» (2001: 504). 
__Το ζητούμενο-ιδέα είναι να εφοδιάσουμε τα παιδιά με μια εννοιολογική στέγη ή μια επιστημολογική τοποθεσία, η οποία υποτίθεται ότι πρέπει να αντανακλά – ή να έχει το αντίστοιχό της – στην πραγματικότητα.
__Η Παιδική Ηλικία είναι ένα κοινωνικό πλαίσιο ή μια κοινωνική αρχιτεκτονική κατασκευή μέσα στην οποία όλα τα παιδιά άγουν την ατομική τους περιοδική παιδική ηλικία. Η κινητικότητα σε αυτήν την κατηγορία είναι πολύ υψηλή, καθώς νέα άτομα έρχονται και άλλα βγαίνουν, δίνοντας τη θέση τους στα πρώτα.
__Στη διάρκεια της ίδιας αυτής περιόδου, υπόκειται σε αλλαγές (βελτίωση ή επιδείνωση, επέκταση ή δυσφήμηση και συρρίκνωση), όπως εξάλλου όλα τα κοινωνικά φαινόμενα, κοινωνικές κατηγορίες και τάξεις.
___Τείνουμε προς τη διαπίστωση ότι η παιδική ηλικία είναι ένας μόνιμος τομέας μια γενεακής δομής. 
__Πρέπει να γίνει ξεκάθαρο ωστόσο ότι αυτή η μονιμότητα της παιδικής ηλικίας ως μιας δομικής μορφής ή δομικού τμήματος δεν πρέπει να γίνει κατανοητή σαν να μην αλλάζει.
__Το σημαντικό είναι ότι έχει σταθερότητα-μονιμότητα ταυτόχρονα με ρευστότητα: παραμένει σταθερή, καθώς αλλάζει.
__Αυτό δε σημαίνει ότι η παιδική ηλικία σήμερα είναι ίδια με αυτήν 100 χρόνια πριν.
__Παραμένει παρόλα αυτά μια σταθερή μορφή/σχηματισμός διότι διαρκώς προσλαμβάνει συγκροτησιακές παράμετρες που είναι όλες του ιδίου είδους. Μα άλλα λόγια, σχηματίζεται από επικρατούσες-κυρίαρχες οικονομικές, κοινωνικές, πολιτικές, πολιτισμικές, τεχνολογικές και άλλες παραμέτρους.
__Η παιδική ηλικία, όπως και η κοινωνική τάξη (π.χ. εργατική) δεν εξαρτάται από τα  συγκεκριμένα πρόσωπα-μέλη της, παραμένει σταθερή ανεξάρτητα από οσουσδήποτε και οποιουσδήποτε την εγκαταλείπουν, αλλάζοντας κοινωνικό επίπεδο.
__Όπως συμβαίνει με τις τάξεις, έτσι και η παιδική ηλικία αλλάζει χάρη σε μεταβολές σε κοινωνικές συνθήκες και εξελίξεις, εντούτοις παραμένει ως τμήμα σε οποιαδήποτε ταξική δομή.
__Μπορεί να αλλάζουν οι σημασιολογικές αποχρώσεις που την πληροφορούν ως έννοια, αλλά η παιδική ηλικία ως δομικό στοιχείο της κοινωνίας παραμένει (π.χ.: στο παρελθόν η παιδική ηλικία ήταν ανεξάρτητη από το σχολείο, ενώ σήμερα δεν μπορεί να νοηθεί χωρίς την εκπαίδευση).
__Επομένως, η παιδική ηλικία έχει αλλάξει, οπότε εναπόκειται στους επιστήμονες των κοινωνικών σπουδών (της παιδικής ηλικίας) να ερμηνεύσουν τι σημαίνει η εν λόγω αλλαγή, καθώς και άλλοι μετασχηματισμοί στην κοινωνία, και κατά συνέπεια της παιδικής ηλικίας, για τα ίδια τα παιδιά. __Κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί την ύπαρξη της παιδικής ηλικίας πριν και μετά τη μαζική εκπαίδευση.
__Επομένως η παιδική ηλικία αλλάζει, μετασχηματίζεται όσον αφορά τις παραμέτρους, το περιεχόμενό της και τις σχέσεις της με άλλα τμήματα της γενεακής και κοινωνικο-ταξικής δομής.
__Δεν έχει ωστόσο εξαφανιστεί.
__Πάντως. στις μέρες μας αναμετριόμαστε με ιδέες που εκφράζονται τόσο στα ΜΜΕ όσο και σε διάφορες εκλαϊκευτικές – αλλά και σε επιστημονικές – εκδόσεις για την «εξαφάνιση της παιδικής ηλικίας» ή την «διάβρωση και αποσάθρωση της παιδικής ηλικίας», την «εξόντωση της παιδικής ηλικίας» και άλλα παρόμοια.
__Αυτές οι δηλώσεις σημαίνουν ότι οι διαχωρισμοί ανάμεσα στην παιδική ηλικία και την ενηλικότητα έχουν σβήσει ή φθίνουν.
__Είναι σα να επιστρέφουμε σε μια νέα έλλειψη συνείδησης/επίγνωσης της παιδικής ηλικίας, με την έννοια που το έθεσε ο Aries.
__Η πιο ριζοσπαστική (με την έννοια ότι φέρνει στο φως ένα σημαντικό παράδοξο) ιδέα σχετικά με τη μελέτη της παιδικής ηλικίας είναι ότι, ενίοτε, η ανάλυσή μας για την παιδική ηλικία μπορεί να μην έχει να κάνει με πραγματικά, ζωντανά παιδιά.
__Αυτό δεν σημαίνει ότι τα παιδιά δεν επηρεάζουν την καθημερινή ζωή μας ούτε ότι δεν είναι απολύτως απαραίτητα για την παρελθοντική και τη μελλοντική κοινωνία.
__Ο λόγος είναι ότι τη μερίδα του λέοντος, όσον αφορά τις αλλαγές και τους μετασχηματισμούς που λαμβάνουν χώρα, που αποφασίζονται στην οικονομία και στην πολιτική, γίνονται χωρίς να έχουμε τα παιδιά ή την παιδική ηλικία στο μυαλό μας.
__Η παιδική ηλικία επηρεάζονται από αυτές τις αλλαγές, προς το καλύτερο ή το χειρότερο.
__Από την άλλη όμως, η παιδική ηλικία παραμένει μια κοινωνική κατηγορία-ομάδα μέσα από όλα αυτά τα γεγονότα, καθώς αλλάζει ως περιεχόμενο.


[1] Η παρούσα μετάφραση δεν αφορά σε ολόκληρο το πρωτότυπο κείμενο, αλλά στα πιο σημαντικά – κατά τον υποφαινόμενο –  σημεία του.

Πέμπτη 11 Αυγούστου 2011

Η ανθρωπολογία της παιδικής ηλικίας και οι προοπτικές για τη ριζοσπαστική παιδαγωγική.


Οι σύγχρονες προσεγγίσεις των κοινωνικών επιστημών – ιδιαίτερα της κοινωνικής ανθρωπολογίας – για την παιδική ηλικία, έχουν αλλάξει καθοριστικά την εικόνα που υπήρχε μέχρι πρόσφατα για τα παιδιά, όχι μόνο στο χώρο της επιστήμης, αλλά και ευρύτερα στην κοινωνία. Οι εν λόγω αλλαγές, στις οποίες, όπως θα δούμε παρακάτω, έχουν συμβάλει καθοριστικά τα ίδια τα παιδιά, ανοίγουν νέες προοπτικές για την εμβάθυνση – εμπλουτισμό της θεωρίας, του οράματος, αλλά και για μια ανανεωμένη πρόταση της Ριζοσπαστικής Παιδαγωγικής.  
Στη διεθνή βιβλιογραφία και έρευνα η παιδική ηλικία προσεγγίζεται από την σκοπιά της πολιτισμικής κατασκευής, όπου οι κυρίαρχες πολιτισμικές κατηγορίες που συγκροτούν το περιεχόμενο ποικίλων εκφάνσεων και εκδηλώσεων της κοινωνικής ζωής, διαπλέκονται και αλληλεπιδρούν με την εμπρόθετη δράση των υποκειμένων, στην περίπτωσή μας, των παιδιών. Σύμφωνα με τις σύγχρονες ερμηνευτικές προσεγγίσεις, τα παιδιά δεν είναι παθητικοί αποδέκτες πολιτισμικών μηνυμάτων, αλλά συμβάλλουν ενεργά και δημιουργικά στην  παραγωγή πολιτισμού και κατά συνέπεια στον σχηματισμό αντιλήψεων και εννοιών σχετικά με το τι σημαίνει να είσαι παιδί.  Κατασκευάζουν τα δικά τους πολιτισμικά πεδία και φαινόμενα, στο πλαίσιο των οποίων συγκροτούν τη δράση τους και διαπραγματεύονται τα όρια που θέτουν οι ενήλικοι στον κόσμο τους, με στόχο να διεκδικήσουν την αυτονομία τους και τον έλεγχο στο εσωτερικό της ομάδας συνομηλίκων. Ενδεικτικά αναφέρω τις εργασίες των Prout, James, Jenks, Alanen, Opies, Trakas, Mayall, Corsaro, Γκουγκουλή, Korbin.
Συνεπώς, τα παιδιά δεν είναι ελλειμματικές οντότητες, που σταδιακά αποκτούν την ωριμότητα και την ιδιότητα του ενηλίκου.  Αντίθετα είναι κοινωνικά επαρκή, με ολοκληρωμένες επικοινωνιακές δεξιότητες. Μπορούν να παράγουν κοινότητες, κοινωνικές σχέσεις και να οργανώνουν τη ζωή τους. Περαιτέρω, αμφισβητούν, αντιστέκονται και παίζουν ενεργητικό – καθοριστικό ρόλο    στις αλλαγές στις κοινωνικές νόρμες και δομές. 
Οι νέες ιδέες στο χώρο των κοινωνικών επιστημών αποτελούν έκφραση ευρύτερων κοινωνικοπολιτικών συγκρούσεων – ανακατατάξεων, αλλά και επέφεραν σταδιακές, αλλά σημαντικές αλλαγές στον τρόπο που η κοινωνία αντιλαμβάνεται τα παιδιά. Σε αυτή τη διαδικασία δημιουργίας νέων ιδεών για την παιδική ηλικία, όπως έχει δείξει η έρευνα, εμπλέκονται ενεργά και τα ίδια τα παιδιά. Αλλάζει σιγά – σιγά λοιπόν η κατανόηση για τη θέση και το κύρος τους στην κοινωνία: αναγνωρίζεται ότι είναι αναδυόμενοι πολίτες, ικανοί να διαμορφώνουν τις γνώμες – απόψεις τους.
Στο βαθμό που αναγνωρίζεται ότι τα παιδιά παίζουν ενεργητικό ρόλο στην κατασκευή του κοινωνικού κόσμου τους, αναδεικνύεται η αναγκαιότητα να κατανοήσουμε αυτούς τους κόσμους, ως βιωμένους από τα ίδια και να τους καταγράφουμε διαμέσου των δικών τους αφηγήσεων και εξηγήσεων.
Το πολιτικό πρόταγμα που αναδεικνύεται από τις παραπάνω θέσεις, είναι η ενδυνάμωση των παιδιών, ως κοινωνικά και πολιτικά μη προνομιούχων, η ενίσχυση της φωνής τους και η ενσωμάτωση του λόγου τους στο λόγο της ριζοσπαστικής παιδαγωγικής, αλλά και της πολιτικής γενικότερα. Οι απόψεις και οι οπτικές των παιδιών για το πώς βλέπουν και πώς θέλουν τη ζωή τους, τις σχέσεις με τους συνομηλίκους, αλλά και με τους μεγάλους, δασκάλους, γονείς, πολιτικούς, το σχολείο και κατ’ επέκταση την κοινωνία είναι συχνά πιο μπροστά και πιο ρηξικέλευθες από τον «ρεαλιστικό» και κομφορμιστικό «ενηλικοκεντρισμό» μας.   
Αθήνα, 11/8/2011
Δημήτρης Φασόλης





Τρίτη 9 Αυγούστου 2011

Ένας χάρτης της συμβίωσης


Το «πολυπολιτισμικό ζήτημα» παρουσιάζεται περίπου ως εξής: τι δυνατότητες έχουμε να δημιουργήσουμε στις πόλεις μας μορφές ζωής που θα είναι κοινές, πλούσιες, δίκαιες, που θα εγγυώνται σε όλους πλήρη δημοκρατικά πολιτικά δικαιώματα και συμμετοχή στη βάση της ισότητας, με σεβασμό στις διαφορές που είναι φυσικό να υπάρχουν όταν πρόσωπα με διαφορετικές θρησκείες, κουλτούρες, ιστορίες, γλώσσες και παραδόσεις είναι υποχρεωμένοι να συμβιώνουν σε ένα κοινό χώρο;
1 Ακόμα μέχρι το 2000, παρά τις πολλές και πρόδηλες εντάσεις της ζωής στις πόλεις, ήταν λογικό να πιστεύουμε ότι η σύγχρονη μητρόπολη -το Λονδίνο, η δική μας πόλη- ήταν ικανή να προσφέρει το λειτουργικό μοντέλο μιας κοινής εθνικής κουλτούρας βασισμένης σε ένα συγκεκριμένο κοσμοπολιτισμό. Τώρα αυτή η προοπτική, έπειτα από λίγα χρόνια και έπειτα από έναν «πόλεμο εναντίον της τρομοκρατίας», αντιμετωπίζεται με πολύ λιγότερη αισιοδοξία.
Η υπόσχεση που προσέφερε η πόλη εμφανίζεται πολύ περισσότερο αβέβαιη και είναι σκόπιμο να προσδιορίσουμε τώρα, πριν είναι πολύ αργά, τις δυνάμεις που κινούνται σε μια διαδικασία η οποία διαιρεί τον κοινό χώρο σε περίκλειστους θυλάκους που βρίσκονται σε πόλεμο μεταξύ τους.
Οι πόλεις είναι ένα προϊόν των καιρών τους. Η κοινωνική και εδαφική διαμόρφωση των μητροπόλεων αναδομήθηκε πρόσφατα σημαντικά από τρεις δυνάμεις: τη μεταβιομηχανική φάση, την παγκοσμιοποίηση, τις μεταναστεύσεις. Το ερώτημα είναι πώς θα αναμορφωθεί ο χάρτης της σύγχρονης πόλης υπό την επίδραση της παγκοσμιοποίησης και των μεταναστεύσεων.
2 Η παλιά ιεραρχική διάταξη του χώρου της πόλης φαίνεται ότι έχει χαθεί για πάντα. Οι πιο σημαντικές δυνάμεις που καθοδηγούν αυτές τις αλλαγές είναι το αποτέλεσμα των νέων μορφών παγκοσμιοποίησης.
Το τωρινό σύστημα διακυβέρνησης του κόσμου είναι ριζωμένο οικονομικά στο ελεύθερο παιχνίδι των δυνάμεων μιας αγοράς χωρίς κανόνες, στην πλανητική διάδοση του καπιταλισμού, στην ιδιωτικοποίηση των δημόσιων αγαθών, στη μονοπώληση πόρων που γίνονται όλο και πιο σπάνιοι, στη διάλυση του κράτους πρόνοιας και της υγειονομικής περίθαλψης.
Οι αυξανόμενες ανισότητες ανάμεσα σε κατέχοντες και μη κατέχοντες, που είναι σαφείς και πρόδηλες σε παγκόσμιο επίπεδο, αναπαράγονται τώρα στο εσωτερικό των πιο πλούσιων κοινωνιών του αναπτυγμένου κόσμου.
Η εμπιστοσύνη στις δυνάμεις της ελεύθερης αγοράς ως μόνης καθοδήγησης της οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης προκάλεσε ανυπέρβλητα προβλήματα: οικολογικές και περιβαλλοντικές καταστροφές, διάρρηξη της εύθραυστης ισορροπίας των αυτόχθονων πολιτισμών, καταστροφή της γεωργίας που στήριζε τη διατροφή των πληθυσμών. Το αποτέλεσμα ήταν μια άναρχη γιγάντωση των πόλεων.
3 Στο παρελθόν τα προβλήματα της θρησκευτικής, κοινωνικής, πολιτισμικής διαφοράς κρατούνταν σε απόσταση ασφαλείας από τις μητρικές μητροπόλεις των αποικιοκρατικών συστημάτων. Σήμερα οι νέοι τύποι διαφοράς διεισδύουν άμεσα στην καρδιά των δυτικών μητροπόλεων, αναστατώνουν, προκαλούν, διασαλεύουν τον κοινωνικό και πολιτικό χώρο των αστικών κέντρων, καταλύουν τον σχετικά ομοιογενή πολιτισμικό τους χαρακτήρα. Οι αγγλικές πόλεις, που δεν είναι πλέον «εργαστήρια του κόσμου», έχουν γίνει κέντρα υπηρεσιών, άξονες χρηματιστηριακών και κερδοσκοπικών επενδύσεων, πυρήνες της παγκόσμιας οικονομίας και της λιανικής κατανάλωσης.
Πλούσια ηγετικά στελέχη -εκείνοι οι ήρωες των εταιρειών με ένα καλό γάμο στο βιογραφικό τους, κομψοί, που διαθέτουν λιμουζίνες, τα ικανοποιημένα πρόσωπα των οποίων κοσμούν τις οικονομικές σελίδες των εφημερίδων και των περιοδικών -αποτελούν τη νέα παγκόσμια επιχειρηματική τάξη ή τα υπολείμματα της παλαιάς που αναστηλώνεται. Αισθάνονται σαν στο σπίτι τους» στη Νέα Υόρκη, το Λος Αντζελες, το Χονγκ Κονγκ, την Κουάλα Λουμπούρ ή το Τόκιο, όπως και στο Λονδίνο ή στα εξοχικά τους στο Χαμπσάιρ. Στο άλλο άκρο της κλίμακας βρίσκονται οι φτωχές περιοχές που περιβάλλουν αυτό το παλλόμενο «παγκόσμιο» κέντρο.
4 Ενώ τα αστικά κέντρα κυριαρχούνται όλο και περισσότερο από τους χώρους διασκέδασης και από τη νυχτερινή ζωή, οι παλαιοί τους κάτοικοι ωθούνται προς τον «εξωτερικό δακτύλιο». Εδώ είναι οι περιοχές μεικτής κατοικίας, όπου η νέα πολυπολιτισμικότητα διασπείρεται ώς το σημείο να κατακερματίζεται σε μια μυριάδα καθημερινών συναντήσεων· ζώνες που χαρακτηρίζονται από σοβαρή καθυστέρηση, με φτωχά σχολεία, με περιοχές που δεν είναι προσβάσιμες, με υψηλά επίπεδα εγκληματικότητας και χρήσης ναρκωτικών.
Στο Λονδίνο είναι οι τόποι που έχουν κατοικηθεί από μετανάστες οι οποίοι ανήκουν στο πρώτο κύμα (Αφροαμερικανοί), στο δεύτερο (Ινδοί, Πακιστανοί ή από το Μπαγκλαντές), στο τρίτο (Αφρικανοί των δυτικών περιοχών, Τούρκοι, Ελληνοκύπριοι), στο τέταρτο (Βορειοαφρικανοί), στο πέμπτο (Βόσνιοι, Αλβανοί, Κοσοβάροι), στο έκτο (Αφγανοί, Ιρακινοί, Αραβες από τη Μέση Ανατολή) ή στο έβδομο (Ανατολικοευρωπαίοι) (...).
Για κάμποσο καιρό στο Λονδίνο ένα είδος «πρακτικής» πολυπολιτισμικότητας φαινόταν να προσφέρει μιαν εναλλακτική δυνατότητα.
Δεν ήταν κοσμοπολιτική με μιαν απλουστευτική έννοια, επειδή άπλωνε τις ρίζες της στη σημασία και στη διατήρηση διαφορών που αρνούνταν να ομογενοποιηθούν μέσα σε ένα πλανητικό και δυτικότροπο πολιτισμικό καταναλωτισμό. Αλλά για κάποιο διάστημα φαινόταν ότι αυτές οι αυθεντικές διαφορές θα ήταν σε θέση να διασώσουν τις ιστορικές διαδρομές, τις μνήμες, τις παραδόσεις που είχαν στηρίξει τους ανθρώπους και τους τρόπους ζωής τους μέσα στις τρομερές περιπέτειες των μεταναστεύσεων.
Αυτές οι διαφορές δεν ήταν δεσμευτικές με τρόπο άκαμπτο, ουσιοκρατικό, δογματικό ή φονταμενταλιστικό και μπορούσαν σε ορισμένες περιστάσεις να αναπτύξουν ανταλλαγές και να μεταφραστούν σε ευρύτερα και πιο περιεκτικά μοντέλα. Αλλά η παγκοσμιοποίηση στην κυρίαρχη μορφή της έγινε ένα ενιαίο και επεκτατικό σύστημα.
Η πολυπολιτισμική πόλη αναδιαμορφώνεται σήμερα κοινωνικά και εδαφικά από αυτές τις διαδικασίες και δυνάμεις. Ταυτόχρονα, γίνεται ένας από τους κριτικούς τόπους όπου δρουν αυτές οι αντιφατικές τάσεις και αυτές οι συγκρούσεις. Η πόλη δεν μπορεί να επιλύσει τις ευρύτερες αντιθέσεις της παγκοσμιοποίησης που η ίδια αντανακλά και ενσαρκώνει. Θα γίνουμε ικανοί εμείς να τις επιλύσουμε;

Του ΣΤΙΟΥΑΡΤ ΧΟΛ
ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 11/09/2005




Πέμπτη 28 Ιουλίου 2011

Ζούμε (και δεν ζούμε) σε έναν κόσμο που καταρρέει (και αιμορραγεί)


Πάνω στο χείλος της αβύσσου, που δημιουργεί η κίνηση της αλλαγής και της μετάβασης, όπως γίνεται σε ανάλογες ιστορικές στιγμές ριζικών αλλαγών και ρηγμάτων με το παλιό, το παραδοσιακό… Στο χείλος και στο χάσμα (ή το χάος) απ’ όπου το νέο ξεχύνεται σαν λάβα που σαρώνει τα πάντα στο διάβα της…
Ο παλιός κόσμος καταρρέει, χωρίς να είμαστε σίγουροι τι θα γεννήσει, και ταυτόχρονα αιμορραγεί. Πνίγει στο αίμα τα παιδιά του, γιατί αυτό είναι το μόνο που μπορεί να κάνει πλέον.
Αυτή είναι η εξουσία…
Στη Συρία και στη Λιβύη, η ανθρωπότητα αιμορραγεί
Στην Ασία και τη Βόρειο Αφρική, οι προλετάριοι, οι κολασμένοι, οι βουβοί και άφαντοι από την στενή οπτική των δυτικών υπηκόων άνθρωποι, βγαίνουν ηρωικά στο προσκήνιο της ιστορίας. Και τώρα τους βλέπει και τους ακούει όλος ο πλανήτης. Με μια μεγαλοπρέπεια και αξιοπρέπεια που έχει χαθεί προ πολλού στις αναπτυγμένες (καπιταλιστικές) κοινωνίες. Άνθρωποι θυσιάζονται (εκτελούνται από το δικτατορικό καθεστώς) καθημερινά, δεκάδες και εκατοντάδες, για την Ελευθερία και τη Δημοκρατία. Στη Λιβύη και στη Συρία, και πιο πριν σε άλλες, μακρινές για τα βλέμματα των δυτικών, περιοχές του πλανήτη.
Τέτοια μεγαλοπρεπή εγχειρήματα-διαβήματα, όπως το να μην υπολογίζεις τον θάνατο για το συλλογικό καλό, για να ζήσουν οι συνάνθρωποί σου και τα παιδιά του μέλλοντος στην ελευθερία, τη δικαιοσύνη και την ισότητα, να ελέγχουν τη ζωή τους, να έχουν λόγο και να αποφασίζουν γι’ αυτή, αυτό είναι η ουσία της ανθρωπιάς. Το να βάζεις την Ελευθερία και την Αλληλεγγύη πάνω από το εγώ, την υποκειμενική και φθαρτή ζωή, τι άλλο από μεγαλοπρεπές είναι; Τι άλλο πέρα από την εξύψωση του ανθρώπου στη σφαίρα του ιδανικού-ιδεατού;
Η εμμονή και το πείσμα του αγώνα ενάντια στην εξουσία, με την απώλεια τόσων ανθρώπων, γίνεται άραγε μόνο για μια μερική, ιδιωτική ζωή ή για την εφαρμογή γνωστών «δημοκρατικών» θεσμών, νόμων και λειτουργιών; Ή, αντίθετα, έχει να κάνει με το καθολικό και υπαρξιακό ζήτημα του βιώματος του αληθινά πραγματικού, του ουσιαστικού, στην ιστορία και τη ζωή του ανθρώπου; Αγωνίζονται και πεθαίνουν για την ελευθερία όπως αυτή εννοείται στο σύγχρονο (δημοκρατικό) πολιτικό σύστημα, στην κατανάλωση και στο θέαμα ή για την Ελευθερία ως απόλυτη και καθολική (οικουμενική) ιδέα; Αυτό μπορεί να μας το πει ή ίδια η Πράξη αυτών των ανθρώπων.
Και όμως κανείς δεν μιλά…
Για αυτή τη θαυμάσια πράξη αλληλεγγύης αλλά και τα χιλιάδες θύματα της στυγνής εξουσίας.
Βλέπετε, έχουμε και μια «αντιιμπεριαλιστική ιδεολογία», οι Λίβυοι και Σύριοι αγωνιστές «είναι τσιράκια των Αμερικανών, του ΝΑΤΟ και της ΕΕ. Κι έτσι κοιμόμαστε ήσυχοι τα βράδια.
Και στην Αφρική, η ανθρωπότητα πεθαίνει από την πείνα
Ο ήδη νεκρός κόσμος μας, που γεννήθηκε από τις αποικιακές ληστρικές επιδρομές και αυτοκρατορικές κατακτήσεις σε κάθε γωνιά του πλανήτη, αιμορραγεί, όχι μόνο στη Λιβύη και τη Συρία, αλλά τώρα και στη Σομαλία και στην ευρύτερη περιοχή, στο Κέρας της Αφρικής. Μια από τις πολλές χώρες και πολιτισμούς που λεηλατήθηκαν και καταδικάστηκαν στη φτώχεια από τις πρώην ιμπεριαλιστικές και σήμερα δημοκρατικές δυνάμεις. Και σαν να μην έφτανε αυτό, η πρωτόφαντη σε έκταση ξηρασία, αποτέλεσμα της κλιματικής αλλαγής – για την οποία υπεύθυνος είναι ο αδηφάγος για ιδιωτικό κέρδος καπιταλισμός – βυθίζει το λαό της ταλαιπωρημένης χώρας στον λιμό. Στον εφιάλτη και στη μιζέρια-ανελευθερία της πείνας που ταπεινώνει και εξουθενώνει – μέχρι τελικά να αποδεκατίσει – έναν περήφανο λαό.
Στη Σομαλία απειλείται με θάνατο σχεδόν ο μισός πληθυσμός, περίπου τέσσερα εκατομμύρια άνθρωποι. Και συνολικά στο Κέρας της Αφρικής υπολογίζεται ότι 12 εκατομμύρια πλήττονται από πείνα και αρρώστιες, ενώ δεκάδες χιλιάδες έχουν πεθάνει τις τελευταίες εβδομάδες.
Και κανείς δεν μιλά, ενώ οι βασικοί υπαίτιοι, τα  πλούσια κράτη, αρνούνται να πληρώσουν το ποσό που ο ΟΗΕ θεωρεί αναγκαίο, για να μην καταδικαστούν στο θάνατο τόσες ψυχές και ιδίως αθώες παιδικές ψυχές (υπολογίζεται ότι κινδυνεύουν άμεσα να πεθάνουν 800.000 παιδιά). Ενώ δίνουν εκατοντάδες δισεκατομμύρια για να σώσουν τις τράπεζές τους δεν είναι διατεθειμένοι να συγκεντρώσουν το ευτελές γι’ αυτούς ποσό των 1,6 δισεκατομμυρίων για την άμεση αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης (Ελευθεροτυπία, 26/7/). 

  Και κανείς δεν μιλά…
Όλοι ασχολούνται με την «κρίση», δηλαδή την πάρτη μας.
Και οι ηγέτες του κόσμου αδιαφορούν για την καταστροφή του περιβάλλοντος
Στις ειδήσεις (π.χ. Ελευθεροτυπία, 22/7) πάλι, διαβάζουμε: «Ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ, Μπαν Κι Μουν δεν κατάφερε να πείσει το Συμβούλιο Ασφαλείας για το ότι απειλείται η παγκόσμια ασφάλεια από το “εκρηκτικό μείγμα” φυσικών καταστροφών που επιφέρει η κλιματική αλλαγή». 
Εδώ τα λόγια είναι περιττά…
Αλλά, από την άλλη, δεν μπορεί να μην σκεφτεί κάθε λογικός άνθρωπος ότι η ανεκδιήγητη μωρία των ισχυρών του παγκόσμιου καπιταλισμού, έχει ξεπεράσει και αυτά τα όρια της εγκληματικότητας. Προς χάριν της ανάπτυξης, του κέρδους και της δύναμης, είναι έτοιμοι να παρασύρουν τον πλανήτη και τους υπηκόους τους σε μια καταστροφική πορεία χωρίς επιστροφή. Άλλο ένα στοιχείο που μας πείθει ότι ζούμε στην πραγματικότητα την άρνηση της αληθινής ζωής, γιατί δεν μπορεί να είναι πραγματική ζωή αυτός ο παραλογισμός, ο στηριγμένος πάνω στα ψέματα. Ψέματα τα οποία, αν και τόσο χονδροειδή, ωστόσο πείθουν χάρη στην πλύση εγκεφάλου από τα εκπαιδευτικά συστήματα, το μάρκετινγκ και τη βιομηχανία του θεάματος. Κραταιά αυτά και παντοδύναμα όργανα στα χέρια της ιθύνουσας τάξης, γιατί ενδυναμώνουν και αναπαράγουν την κυρίαρχη ιδεολογία της καπιταλιστικής οικονομίας.
Βιώνουμε την άρνηση (το ψεύδος) της ζωής (και της πραγματικότητας)
Έχουμε τόσο λοιπόν τυφλωθεί, αφοσιωμένοι (εγκλωβισμένοι) σε έναν ψεύτικο κόσμο και μια ανύπαρκτη ζωή, αφού αντιλαμβανόμαστε και εμμένουμε μόνο στην επιφανειακή εικόνα τους, δηλαδή την άρνησή τους. Όπως εξάλλου αντιλαμβανόμαστε τον άνθρωπο, ως κάτι ιδιαίτερο και μερικό, υποκείμενο σε ένα σωρό διαχωρισμούς: κατά φύλο, φυλή, τάξη, έθνος, πολιτισμό, γεωγραφική θέση, χώρα, εισόδημα κοκ.  Δεν (εν)νοούμε την ουσία και την αλήθεια όλων αυτών (κόσμος, ζωή άνθρωπος), η οποία μπορεί να συλληφθεί μόνο αν η πραγματικότητα πνευματικοποιηθεί, δηλαδή αν λογικοποιηθεί από τη συνείδηση, από το υποκείμενο. Μόνο αν ιδωθεί λογικά μέσα από την άρνηση της μερικής αλήθειας της, μέσα από την αφαίρεσή της, απογυμνωμένη από τα εικονικά και άμεσα εμπειρικά στοιχεία της. Έτσι ώστε να αποκαλυφθεί και να ιδωθεί η οικουμενική ουσία της.
Η κρίση ως η αλήθεια του καπιταλισμού
Αλλά αν, αποσκοπώντας στην επέκταση του κέρδους, των επενδύσεων και της κυριαρχίας τους, οι καπιταλιστές μπορούν ακόμα και να οδηγηθούν από τα ίδια τα κίνητρά τους στην αυτοκαταστροφή (αφού η καταστροφή του πλανήτη και των ειδών που ζουν σε αυτό θα παρασύρει και αυτούς στην άβυσσο), τότε η κρίση είναι ένα θετικό γεγονός. Θετικό, με την έννοια ότι είναι το αληθινά πραγματικό, η αληθινή φύση του καπιταλισμού, μέσα στην πραγματική κίνησή του (γίγνεσθαι), η οποία διέπεται από αντιφατικές δυνάμεις.
Η κρίση δεν είναι τίποτα άλλο παρά η άρνηση της απλής-επιφανειακής (δηλαδή, απατηλής) μορφής του καπιταλισμού (πρόοδος, δημοκρατία, ανάπτυξη) και η αποκάλυψη-ανάδυση της πραγματικής ουσίας του: τεράστιες παραγωγικές δυνάμεις και σπατάλη ενέργειας για το ιδιωτικό συμφέρον και όχι το συλλογικό καλό, ανελέητος ανταγωνισμός, καταστροφή φυσικών πόρων και πηγών ενέργειας, διαταραχή και καταστροφή οικοσυστημάτων. Δηλαδή, μια σπάταλη και καταστροφική μηχανή, η οποία χρειάζεται τεράστιες ποσότητες χρήσιμης ενέργειας (χαμηλή εντροπία), ενώ παράγει τεράστιες ποσότητες σκουπιδιών, θερμότητας και άχρηστων, βλαβερών για το περιβάλλον ουσιών (υψηλή εντροπία).
Δημιουργεί έτσι διαταραχή και καταστρέφει τη βιόσφαιρα, η οποία, για να διατηρήσει την ισορροπία της ως σύστημα, δηλαδή το ισοζύγιο εξερχόμενης και εισερχόμενης (αποθηκευμένης) ενέργειας, αντιδρά με ραγδαίες κλιματικές αλλαγές και βίαιες ανακατατάξεις σε όλα τα οργανικά και ανόργανα συστήματα. Το αποτέλεσμα θα είναι αναγκαστικά να συρρικνωθεί η ανθρώπινη δραστηριότητα (το ενεργοβόρο οικονομικό-παραγωγικό σύστημα), αν όχι να εξαλειφθεί τελείως το ανθρώπινο είδος.
Ο άνθρωπος βρίσκεται λοιπόν σε μια κρίσιμη καμπή της ιστορίας του.
Αυτό σημαίνει ότι ή θα συνειδητοποιήσει και θα στοχαστεί την αληθινή φύση του καπιταλισμού που είναι η κρίση, δηλαδή οι αντιφατικές δυνάμεις του που οδηγούν στον φαύλο κύκλο της ανάπτυξης που ακολουθείται από κρίσεις, ενίοτε πολύ βαθιές και καθολικές όπως η σημερινή. Και στη συνέχεια, θα θελήσει να τον υπερβεί για να περάσει σε μια νέα, λογικά θεωρημένη, ιστορική φάση αταξικής κοινωνίας.
Ή θα εκλάβει την κρίση του καπιταλισμού ως μια αλλοίωση της πραγματικής λειτουργίας του, η οποία θεωρείται ότι είναι η πρόοδος (ενώ η ουσία του είναι η άρνηση της προόδου και της ζωής) και, έτσι, θα εγκλωβιστεί στον φαύλο κύκλο της αλήθειας του: στη επαναλαμβανόμενη οδύνη και μιζέρια για τους λαούς, ίσως και στην ολοκληρωτική καταστροφή. 
At the edge (between the old  and the new )
28/7/2011
Δημήτρης Φσόλης